Διάλεκτος: Κυπριακά - Λέξη: διακονητής

διακονητής

Διάλεκτος: Κυπριακά / Ευρύτερη περιοχή: Κύπρος / Τόπος που μιλείται:

Μετάφραση

επαίτης, ζητιάνος