Διάλεκτος: Κρητικά - Λέξη: θωρώ

θωρώ

Διάλεκτος: Κρητικά / Ευρύτερη περιοχή: Κρήτη / Τόπος που μιλείται:

Μετάφραση

κοιτάζω

Επεξήγηση

πώς μας θωρείς ακίνητος, πού τρέχει ο λογισμός σου;

Σχόλια

ακόμα θωρά θα πει: υπολογίζω, πιστεύω π.χ. -Θωρώ να σε δείρω, -Θωρώ να ρίξεις το σταμνί να το σπάσεις.