Διάλεκτος: Κυπριακά - Λέξη: ξαπόλυτος

ξαπόλυτος

Διάλεκτος: Κυπριακά / Ευρύτερη περιοχή: Κύπρος / Τόπος που μιλείται:

Μετάφραση

λυτός

Επεξήγηση

αυτός που δεν είναι δεμένος, ή αυτός που γυρίζει χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανένα