Διάλεκτος: Λευκαδίτικα - Λέξη: Αναπαυτούλια(τα)

Αναπαυτούλια(τα)

Διάλεκτος: Λευκαδίτικα / Ευρύτερη περιοχή: Ιόνια νησιά / Τόπος που μιλείται: νησί Λευκάδας

Επεξήγηση

Αναπαυτικό όργανο, που χρησιμοποιούσαν οι παλιοί αρχόντοι, εμποροκτηματίες και μεγαλοκτηματίες, στο νησί κατά την τέλεση των συζυγικών τους (ή άλλων αθέμιτων με μορόζες) καθηκόντων... Η παράδοση μας λέει πως τα αναπαυτούλια ήταν δύο μεγάλοι βελούδινοι κρίκοι, που κρέμονταν από την οροφή του σπιτιού, πάνω από το συζυγικό κρεββάτι. Η σύζυγος κατά την απόκρυφη στιγμή έβαζε τα πόδια της μέσα στους κρίκους και εκτελούσε ξεκούραστα τα κλινικά τους καθήκοντα. Σε δεύτερη φάση ο σύζυγος έκανε το αυτό προς ξεκούραση του.