Διάλεκτος: Καραμανλίδικα - Λέξη: πιτέτσι

πιτέτσι

Διάλεκτος: Καραμανλίδικα / Ευρύτερη περιοχή: Καππαδοκία / Τόπος που μιλείται: Μιστί Καππαδοκίας

Μετάφραση

κιούπι

Επεξήγηση

Μεγάλο δοχείο σαν κιούπι για την αποθήκευση αυγών ή οσπρίων. Κατασκευαζόταν από βοϊδοκοπριά. Πλυθ. πιτέτσα. Petek (Τουρκ.)