Διάλεκτος: Αμαλιαδιώτικα - Λέξη: μαμουριασμένος

μαμουριασμένος

Διάλεκτος: Αμαλιαδιώτικα / Ευρύτερη περιοχή: Πελλοπόνησος / Τόπος που μιλείται: Αμαλιάδα

Μετάφραση

μαζεμένος και φοβησμένος